Η απειλή του τουρισμού στο τοπίο της Σίφνου οδηγεί σε απώλεια θετικών λειτουργιών και, ως εκ τούτου, εξασθενεί το ρόλο του
Το κείμενο που ακολουθεί στηρίζεται σε δύο προσεγγίσεις. Πρώτον, επιχειρεί να εξηγήσει την εξέλιξη του τοπίου της Σίφνου και να διαβλέψει το μέλλον του και όχι να καταπιαστεί με την ανάγνωσή του. Δεύτερον, θεωρεί ότι το τοπίο θα μπορούσε να αποτελέσει την οργανωτική αρχή για την ανάπτυξη της Σίφνου. Πράγματι, πρόκειται για μια περιοχή με ιδιαίτερα τοπία, ιστορική κοινή κληρονομιά και ζωντανό πολιτισμό, με αγροτική ταυτότητα και κυρίως τοπία που διαμόρφωσε η γεωργία και με τουρισμό που ενώ αποτελεί κύριο οικονομικό πόρο έχει δρομολογήσει ανεπιθύμητες και ανεξέλεγκτες αλλαγές όχι μόνο για τα τοπία αλλά και για ολόκληρη την κοινότητα. Το τοπίο λοιπόν θα μπορούσε να λειτουργήσει ως επιχειρησιακό εργαλείο για τη διαχείριση και το σχεδιασμό της τοπικής ανάπτυξής της.
Η διαχρονική λειτουργικότητα του βαθμιδωτού τοπίου
Όταν μιλάμε για βαθμιδωτά τοπία συνήθως αναφερόμαστε στην πολιτιστική κληρονομιά του τοπίου και ξεχνάμε ότι πρόκειται πρώτα και κύρια για περιοχές γεωργικής παραγωγής. Το σημερινό αγροτικό τοπίο της Σίφνου είναι το αποτέλεσμα της αγροτικής αξιοποίησης ενός νησιωτικού περιβάλλοντος με χαρακτηριστικά τις μειωμένες βροχοπτώσεις και την ξηρασία, εκτεταμένο εδαφικό ανάγλυφο σε μεγάλες και απότομες κλίσεις και σχετική απομόνωση από την ηπειρωτική χώρα, όροι που καθιστούν τη διατροφική επάρκεια του νησιού εκ των ων ουκ άνευ.
Αιώνες τώρα, τη λύση έδωσε, σε παρόμοιου τύπου συνθήκες, η δημιουργία βαθμιδωτών εδαφών που μετέτρεπαν τα άγονα εδάφη σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Πρόκειται για παγκόσμιο μοντέλο, αναβαθμίδες υπάρχουν σε διαφορετικές περιοχές όσο οι Άνδεις και οι Μεσογειακές περιοχές, η χρήση του οποίου επηρεάζεται αποφασιστικά από τους τοπικούς παράγοντες. Τα φυσικά στοιχεία δεν είναι η μοναδική αιτία του τοπικού χαρακτήρα, η κάθε ανθρώπινη ομάδα μιας περιοχής επιλέγει μετά από γενεές δοκιμών και λαθών, το δικό της ιδιαίτερο συνδυασμό γεωμορφολογίας και ανθρώπινων δράσεων που αποτυπώνεται στην πρωτοτυπία και τη μοναδικότητα του τοπίου της.
Στην οργάνωση του αγροτικού τοπίου της Σίφνου καθοριστικό ρόλο, μεταξύ πολλών παραγόντων, έπαιξαν ασφαλώς το ανάγλυφο, η συνεχής κατοίκιση, καθώς και οι δομές και κατασκευές με σημαντικό ιστορικό και πολιτιστικό βάθος. Εύκολα διαπιστώνεται μια πλούσια τεχνογνωσία γύρω από τις αναβαθμίδες των γεωργικών καλλιεργειών (ελιές, αμπέλια, κριθάρια, όσπρια, κ.λπ.), τις σκάλες που επέτρεπαν τη μετακίνηση από τη μια αναβαθμίδα στην άλλη, τις κατασκευές παροχέτευσης των νερών, τα πλακόστρωτα μονοπάτια και τις μελισσοθυρίδες που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της τοπικής μελισσοτροφίας. Μάλιστα, καθώς μετακινούμαστε από τη μια περιοχή στην άλλη, οι αναβαθμίδες αποκτούν συχνά πολύ διαφορετικά ύφος, ανάλογα με το χρησιμοποιούμενο τοπικό πέτρωμα και τον τρόπο τοποθέτησής του.
Οι αναβαθμίδες, τις περισσότερες φορές, με ξηρό πέτρινο τοίχο αντιστήριξης (ξερολιθιά), έχουν για πρώτη λειτουργία την αύξηση και τη συγκράτηση της καλλιεργούμενης επιφάνειας, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η καλλιέργεια, περιορίζοντας ή εξαλείφοντας τη διάβρωση και ως δεύτερη την αυξημένη διήθηση των νερών της βροχής και την ομαλοποίηση της απορροής τους. Ως αποτέλεσμα, η αύξηση της εδαφικής υγρασίας των βαθμιδωτών αγρών επιτρέπει, αφενός, την ανάπτυξη όλων σχεδόν των αναγκαίων για τη διατροφή του πληθυσμού καλλιεργειών, και, αφετέρου, εμπλουτίζει τους υπόγειους υδροφορείς, αναπληρώνοντας τους χρησιμοποιούμενους υδατικούς πόρους από τις πηγές και τα πηγάδια. Επίσης, σε περιπτώσεις σφοδρών χειμαρρωδών φαινομένων, μετά από ραγδαίες βροχοπτώσεις, καθίστανται ρυθμιστής εκδήλωσης της έντασής τους, αφού τα νερά της βροχής αναγκάζονται να κυλούν σε μεγαλύτερη και κλιμακωτή επιφάνεια.
Πέραν του μηχανικού ρόλου τους ως παγίδων νερού και εδάφους, οι αναβαθμίδες επιτελούν άλλη μια εξίσου σημαντική λειτουργία, την υποστήριξη της άγριας ζωής σε ένα ημιφυσικό περιβάλλον που το προσδιορίζουν η ξερολιθική δομή και η τακτική ανθρώπινη φροντίδα. Οι αναβαθμίδες, λοιπόν, εκτός από σταθερά συστατικά των αγροτικών τοπίων αποτελούν και σημαντικές οικολογικές δομές.
Όπως η πλαγιά, έτσι και οι αναβαθμίδες βρίσκονταν σε μια εύθραυστη κατάσταση ισορροπίας. Οι αγρότες μόνιμα αντιμέτωποι με αυτή την επισφαλή κατάσταση, αναγκάζονταν να εκτελούν σημαντικές και επίπονες χειρωνακτικές εργασίες συντήρησης προκειμένου να διατηρήσουν τον παραγωγικό τους χώρο.
Έτσι, η γεωργία με τις αγροτικές δραστηριότητες διαμόρφωσε το φυσικό χώρο του νησιού σε αγροτικό τοπίο. Να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι αν και πάντα, η γεωργία έπαιζε κύριο ρόλο στη δυναμική των τοπίων, δεν ήταν αυτή η λειτουργία της, κάτι τέτοιο, άλλωστε, δεν ήταν στις προθέσεις και τα σχέδια των αγροτών. Το αγροτικό τοπίο μειώνοντας τη διάβρωση, διασφαλίζοντας τον έλεγχο του νερού και ευνοώντας την τοπική βιοποικιλότητα, διατηρούσε τη διαχρονική λειτουργικότητα του νησιωτικού περιβάλλοντος της Σίφνου.
Η γενικότερη επιτάχυνση του εκσυγχρονισμού της γεωργίας στη χώρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, με τη συνεχή πρόοδο της χημείας (λιπάσματα, φυτοφάρμακα), της γενετικής (επιλογή φυτών και ζώων) και τη χρήση ορυκτής ενέργειας (εκμηχάνιση) επέβαλαν, μεταξύ άλλων, την αναδιάταξη της δομής της αγροτικής γης και την καταστροφή σταθερών στοιχείων της (φυτοφράχτες, αναβαθμίδες), την αύξηση της κατανάλωσης αγροτικού νερού και τη μείωση του αριθμού των αγροτών μέσω της αγροτικής εξόδου προς τις πόλεις και το εξωτερικό.
Αυτοί οι νεωτερισμοί, εφαρμόστηκαν με συνέπεια, κυρίως σε πεδινές εκτάσεις της ηπειρωτικής χώρας και ακολουθώντας το κυρίαρχο σήμερα μοντέλο αγροτικής παραγωγής, οδήγησαν σε πολλαπλασιασμό των αποδόσεων των καλλιεργειών, προκαλώντας, παράλληλα, σοβαρά περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα. Κατ ́ αντανάκλαση, οι περιοχές που δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν αυτή τη λογική ανάπτυξης περιθωριοποιήθηκαν γεωργικά.
Σε νησιά όπως η Σίφνος, η καλλιέργεια σε αναβαθμίδες στηρίζονταν σε χειρωνακτική εργασία, καθώς η εκμηχάνιση ήταν δύσκολη, απαιτούσε μεγάλο κόστος και επιβαρύνονταν από την ιδιαίτερα κατακερματισμένη εδαφική βάση (αγροτεμάχια). Έτσι, σε εποχή διαρκούς ανάπτυξης της σύγχρονης εντατικής γεωργίας, οδηγήθηκαν σιγά σιγά από τη δεκαετία του 1970 στην εγκατάλειψή τους, τάση που επιταχύνθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Πολλές περιοχές για τις οποίες η παραγωγή δεν ήταν πλέον δυνατή ή απαραίτητη έχουν εγκαταλειφθεί. Ως αναμενόμενο επακόλουθο, με την πάροδο των χρόνων, θα χαθεί και η τεχνογνωσία κατασκευής και συντήρησης των ξηρολιθιών και του πολύπλοκου συστήματος κλιμάκων και μονοπατιών.
Η εγκατάλειψη αυτή μετασχηματίζει τη φυσική δυναμική των πλαγιών και θέτει σε κίνδυνο, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, την υδρογεωμορφολογική ισορροπία τους. Καθώς, μάλιστα, η γεωργική οικονομική αξία αυτών των περιβαλλόντων έχει περιοριστεί δραστικά, ο ρόλος τους στη διαχείριση των υδάτων και του εδάφους και οι κρυφές υπηρεσίες τους στη βιοποικιλότητα έχουν σταδιακά ξεχαστεί. Σήμερα, λόγω έλλειψης συντήρησής τους, όλο και πιο συχνά έντονες βροχοπτώσεις, όπως το 2003, ή ακόμη και η διέλευση των ζώων οδηγούν στην κατάρρευση των τοιχωμάτων τους. Παρόλα αυτά, αρκετές αναβαθμίδες διατηρούνται και σε συνδυασμό με τη θαμνώδη βλάστηση που έχει αναπτυχθεί παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάσχεση της διάβρωσης, ειδικά των πρώτων φθινοπωρινών βροχών.
Απώλεια περιβαλλοντικών και οικολογικών λειτουργιών
Εδώ και αρκετά χρόνια, η γεωργία δεν συντηρεί οικονομικά τον πληθυσμό του νησιού, όπως συνέβαινε παλιότερα, έτσι, άλλες οικονομικές δραστηριότητες όπως ο τουρισμός συνάντησαν ευνοϊκό έδαφος για την ανάπτυξή τους. Οι αλλαγές που προκάλεσε ο τουρισμός στη Σίφνο στο διάστημα των τελευταίων πενήντα χρόνων ήταν σημαντικές και πραγματοποιούνταν μέχρι πρόσφατα σχετικά αθόρυβα. Όμως, την τελευταία δεκαετία η τουριστική ανάπτυξη έχει εκτοξευθεί και ιδιαιτέρως μετά το τέλος του εγκλεισμού λόγω κορονοϊού. Παρατηρείται μια αύξηση του αριθμού των επισκεπτών από χρόνο σε χρόνο, που συμπεριλαμβάνει ένα άγνωστο κοινό με νέες προσδοκίες και συμπεριφορές. Η οικιστική ανάπτυξη πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με διάσπαρτες καινούργιες οικοδομές να απλώνονται λίγο πολύ παντού σε όλο το νησί, ακόμη και στο περίγραμμα των κορυφογραμμών. Δρόμοι παλιοί διευρύνθηκαν και χιλιόμετρα νέων δρόμων ανοίχθηκαν κόβοντας τις πλαγιές για να διευκολύνουν τις αγοραπωλησίες.
Το τοπίο μπορεί να θεωρηθεί και ως ο συνεχής φυσικός χώρος ο καθοριζόμενος από τη χωρική οργάνωση των στοιχείων της επιφάνειας του εδάφους. Από αυτή την οργάνωση εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό οι περιβαλλοντικές και οικολογικές διαδικασίες. Συνεπώς, η αποδιοργάνωση του όλου συστήματος καθιστά τα νησιωτικά οικοσυστήματα και τοπία τρωτά στις κλιματικές αλλαγές.
Πράγματι, από τη μία, η επέκταση των κατοικιών και ο πολλαπλασιασμός των δομημένων περιοχών καθιστούν το έδαφος αδιαπέραστο, αυξάνοντας την επιφανειακή απορροή των όμβριων υδάτων και, από την άλλη, το δίκτυο δρόμων που εξαπλώνεται στη βαθμιδωτή πλαγιά αλλοιώνει και εκτρέπει το δίκτυο επιφανειακής και υπόγειας κίνησης του νερού που εξασφάλιζε το παλαιό σύστημα αναβαθμίδων και υδατορεμάτων.
Το τοπίο πόρος για τη γεωργία
Τα τελευταία χρόνια, εκτός από την προβολή των κινδύνων που συνδέονται με την εγκατάλειψη των βαθμιδωτών πλαγιών, έχει αρχίσει να προβάλλεται μια νέα επιχειρηματολογία με έντονη οικολογική χροιά, που επιδιώκει να τις βγάλει από τη λήθη. Βρισκόμαστε εμπρός από ένα παράδοξο μεταξύ μιας κατάστασης μαζικής εγκατάλειψης και ενός πολύπλευρου φαινομένου επανανακάλυψης. Προφανώς, αντιλαμβανόμαστε ότι οι περισσότερες από αυτές τις περιοχές έχουν πιθανώς εγκαταλειφθεί ανεπιστρεπτί. Παρόλα αυτά, ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες αναπτύσσονται ώστε οι παλιές αναβαθμίδες να ανταποκρίνονται στις νέες απαιτήσεις ποιότητας των γεωργικών προϊόντων αντί να αποτελούν αγροτικό αρχαϊσμό.
Η βαθμιδωτή γεωργία θεωρείται ότι εξακολουθεί να έχει μέλλον στη γεωργική παραγωγή, αφενός, επειδή προσφέρει καλλιεργητικά πλεονεκτήματα συνδεμένα με την ποιότητα των προϊόντων (αποστραγγίζουν καλά το νερό, οι ξερολιθικοί τοίχοι λειτουργούν ως ηλιακός συλλέκτης διευρύνοντας την περίοδο ωρίμανσης) και, αφετέρου, επειδή μερίδα καταναλωτών στρέφεται στην αναζήτηση προϊόντων που παράγονται από την παραδοσιακή ή τη βιολογική γεωργία. Στροφή που συνδέεται με την έντονη κριτική στο μοντέλο εντατικής γεωργίας, όχι μόνο για τα περιβαλλοντικά προβλήματα που δημιουργεί, αλλά και για την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων ως προς τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων και τη γεύση τους (όλοι στο νησί έχουν την εμπειρία της πολωνικής ντομάτας και της ντόπιας άνυδρης).
Ο συνδυασμός του βαθμιδωτού τοπίου και ενός ποιοτικού γεωργικού προϊόντος γίνεται το μέσο για να χαρακτηριστεί και να προωθηθεί ένα προϊόν από αυτές τις περιοχές. Το τοπίο εκλαμβάνεται ως ο φορέας των ιδιοτήτων της βαθμιδωτής πλαγιάς και των ιδιοτήτων που αποδίδονται σε όσους το φροντίζουν. Με αυτόν τον τρόπο υπαγορεύεται η εικόνα ενός αυθεντικού και γευστικού προϊόντος σε αντιπαραβολή με το τυποποιημένο, ανούσιο ή νοθευμένο της εντατικής γεωργίας, η συναισθηματική εικόνα εφευρετικότητας και κοπιώδους εργασίας των γεωργών και, φυσικά, η αισθητική εικόνα του νησιωτικού τοπίου.
Αντιπροσωπεύοντας μια γεωργική κληρονομιά με καλλιεργητικά και οικονομικά πλεονεκτήματα, η διαφήμιση, σε άλλες χώρες, χρησιμοποιεί εικόνες αυτών των τοπίων για την προώθηση προϊόντων. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι είναι δυνατή η ανάπτυξη και στη Σίφνο σημάτων προέλευσης και ποιότητας για ορισμένους τύπους παραγωγής σε αναβαθμίδες που θα αναδεικνύουν την ποιότητα και την ιδιαιτερότητά τους. Η προστιθέμενη αξία που θα προκύψει από τέτοια επίσημα σήματα ποιότητας θα αντισταθμίσει σε κάποιο βαθμό το επιπλέον κόστος που συνεπάγεται η καλλιέργεια σε αναβαθμίδες.
Επιπλέον, όπως είναι γνωστό, το λειτουργικό βαθμιδωτό γεωργικό σύστημα υποστήριζε και τη γεωργική βιοποικιλότητα, δηλαδή παλιές ποικιλίες φυτών προσαρμοσμένες στις τοπικές συνθήκες, η επιλογή των οποίων είχε γίνει με βάση την ικανότητά αντοχής στην ξηρασία, στους ανέμους, στις ασθένειες και τους εχθρούς των καλλιεργειών. Οι ποικιλίες αυτές στη σύγχρονη εντατική γεωργία έχουν εγκαταλειφθεί και αντικατασταθεί από άλλες υψηλών αποδόσεων εφόσον υποστηρίζονται με αρδευτικό νερό, χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα. Αυτός ο πλούτος φαίνεται ότι διατηρείται ακόμη στο νησί και θα μπορούσε να αξιοποιηθεί αλλά και να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής.
Το τοπίο πόρος για τον τουρισμό
Ο τουρισμός, ένα αυξανόμενο, μαζικό, παγκόσμιο φαινόμενο, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους οικονομικούς πόρους καθώς και έναν από τους σημαντικότερους τομείς απασχόλησης για την τοπική οικονομία. Η ποικιλομορφία των τοπίων και η πολιτιστική τους κληρονομιά είναι περισσότερο από ποτέ καθοριστικοί παράγοντες της ελκυστικότητας για τον τουρισμό. Η διατήρηση των στοιχείων που προσδίδουν μοναδικότητα στο τοπίο και η παρεμπόδιση του ευτελισμού τους είναι προϋποθέσεις τουριστικής ανάπτυξης.
Μετά από την ανεξέλεγκτη επέκταση των τουριστικών δραστηριοτήτων των τελευταίων χρόνων, η οπτική θέση των οικισμών στο τοπίο αλλοιώνεται, η ύπαιθρος εξαφανίζεται σιγά σιγά από τις διάσπαρτες τουριστικές κατοικίες που δεν είναι ενσωματωμένες στο περιβάλλον και από τον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων πρόσβασης των αυτοκινήτων, ενώ οι αναβαθμίδες έχουν σε μεγάλο βαθμό εγκαταλειφθεί.
Το τοπίο, ακόμη και ως πόρος για τον τουρισμό, απειλείται από όλες αυτές τις εξελίξεις γιατί δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί από την επιτυχία των περιηγητικών διαδρομών, οι οποίες ελκύουν φυσιολάτρες επισκέπτες. Αλλά, και ως πότε, ο κάτοικος της πόλης, η ζωή του οποίου οργανώνεται σε μεγάλο βαθμό γύρω από τη δυνατότητα των διακοπών για να ξεφύγει από ό,τι κάνει την πόλη τόσο δύσκολη, θα συνεχίσει να ανέχεται η βιομηχανία αναψυχής να υποβαθμίζει τα τοπία, τους οικισμούς, την ύπαιθρο, τις ακτές για του προσφέρει το ίδιο επίπεδο αστικής άνεσης και δεν θα αναζητήσει άλλους τόπους διακοπών.
Η αποδιοργάνωση του τοπίου απειλεί την ταυτότητα των κατοίκων του
Όπως είδαμε, από τη χωρική οργάνωση στοιχείων του τοπίου εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό περιβαλλοντικές και οικολογικές διαδικασίες (προστασία από τη διάβρωση, έλεγχος των κινήσεων του νερού, προστασία της βιοποικιλότητας), καθώς και ο οικονομικός ρόλος του (πόρος για τη γεωργική παραγωγή και τον τουρισμό). Αν λοιπόν θεωρήσουμε το τοπίο όχι μόνο ως περιβάλλον παραγωγής που περιέχει πόρους, ιδίως φυσικούς, αλλά και ως κατοικημένο τοπίο, τότε θα πρέπει να τo αντιμετωπίσουμε, πρωτίστως, ως περιβάλλον διαβίωσης. Και προφανώς, να κατοικούμε και να ασκούμε δραστηριότητες σε ένα ελκυστικό πλαίσιο είναι ευρέως αποδεκτή απαίτηση.
Είναι γνωστό, ότι πολλοί κάτοικοι ενός τόπου δεν βλέπουν το τοπίο τους, επειδή είναι ο φυσικός κόσμος τους που οι ίδιοι διαμορφώνουν. Όποιος είναι υπερβολικά εξοικειωμένος με ένα τοπίο δεν το βλέπει πλέον και δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο τάδε τουρίστας είναι τόσο γοητευμένος που φωτογραφίζει την κάθε γωνιά του. Πράγματι, έχουμε να κάνουμε με διαφορετικής τάξης πραγματικότητες, το τοπίο του επισκέπτη που είναι κυρίως αντικείμενο ενατένισης και το τοπίο του κατοίκου που είναι το ζωντανό καθημερινό του περιβάλλον.
Παράλληλα, μια περιοχή και ένα τοπίο μπορεί να είναι φορέας ισχυρής συναισθηματικής φόρτισης για τους ανθρώπους που τα χρησιμοποιούν και τα βιώνουν. Δημιουργείται ένα αίσθημα προσκόλλησης και μερικές φορές μπορεί να συνιστά πτυχή της ταυτότητάς τους ως ατόμων ή μελών μιας κοινότητας. Δεδομένου ότι η προσκόλληση στον τόπο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αντίληψης του τοπίου, συχνά αναφερόμαστε σε ένα τοπίο που συνιστά την ταυτότητα της καταγωγής μας. Για να χαρακτηριστεί ένα τοπίο ως τοπίο ταυτότητας, πρέπει να διαθέτει γενικά κάποιες δομές που θεωρούνται εμβληματικές. Αυτές μπορεί να είναι ένα φυτικό είδος ή αρχιτεκτονικό δομή, να είναι φυσικές ή ανθρωπογενείς, παλιές ή σύγχρονες και μπορεί να είναι διασκορπισμένες σε όλο το τοπίο. Το τοπίο ταυτότητας έχει δύο λειτουργίες, η πρώτη εσωτερική για την κοινότητα ως "κοινωνικό συνεκτικό υλικό", και η δεύτερη εξωτερική, εικόνα και αναπαράσταση που η κοινότητα επιθυμεί να μεταφέρει στον έξω κόσμο.
Κατά συνέπεια, η τουριστική δραστηριότητα στη Σίφνο δεν θα πρέπει να απειλεί τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος διαβίωσης, ιδίως τα πιο κοινωνικά και πολιτιστικά, που επηρεάζουν τον τρόπο ζωής, τις πρακτικές που συνδέονται με τον τόπο, τις κοινωνικές σχέσεις, την ταυτότητά τους. Το τοπίο αποδιοργανώνεται, η ταυτότητα των κατοίκων του απειλείται και αυτό συμβαίνει επειδή το τοπίο βρίσκεται σε μια γενικότερη αναταραχή. Μιλάμε για ένα νησί του οποίου οι κάτοικοι δεν μπορούν πλέον να επιβιώσουν με τις παραδοσιακές γεωργικές μεθόδους και στρέφονται στον τουρισμό. Με άλλα λόγια, μια θεμελιώδης αλλαγή στον τρόπο που βλέπουν και βιώνουν τα πράγματα.
Ήδη, είναι διάχυτη η ανησυχία, ιδίως στους κτηνοτρόφους, ότι κάποιοι από τους τρόπους ζωής τους θα παρεμποδιστούν. Οι αγρότες δεν θα μπορούν πλέον να διατηρούν τα ζώα τους σε στάβλους ή δεν θα μπορούν να απλώνουν την κοπριά στα χωράφια επειδή οι νέοι γείτονες τουρίστες θα διαμαρτύρονται για τη μυρωδιά. Επίσης, άλλη πηγή ανησυχίας για τους Σιφνιούς είναι ότι σε τοπία ταυτότητας που, κατά κοινή συνείδηση, συνδέονται με γεγονότα κύρους, τα οποία σημαδεύουν τη μνήμη, το βλέμμα, τα τοπωνύμια και τις τοποθεσίες, όπως η Παναγία Πουλάτη, έχουν δρομολογηθεί ανεπιθύμητες και ανεξέλεγκτες αλλαγές.
Οι προκλήσεις
Οι προκλήσεις τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν οι κάτοικοι του νησιού είναι φανερές. Πρέπει να διατηρηθεί η εύθραυστη κληρονομιά του τοπίου που συσσώρευσαν αιώνες ανθρώπινου μόχθου και επέτρεψαν την ύπαρξη και την πολιτιστική εξέλιξη της περιοχής τους. Οι απειλές για τα τοπία πρέπει να αντιμετωπιστούν όχι μόνο ως θέμα αισθητικής και απόλαυσης, που ήδη σημαίνει πολλά, αλλά ως απειλούμενες ταυτότητες από την τουριστική βιομηχανία, οι οποίες επιτρέπουν στους ανθρώπους να ζουν στο νησί που αγαπούν. Και, τέλος, μια παραγωγική και οικολογική μετάβαση που πρέπει να επινοηθεί ίσως με την μορφή ενός «ενάρετου» κύκλου μεταξύ του τουρισμού, της διατήρησης του τοπίου, της φύσης και της γεωργίας. Εάν ένας από αυτούς τους τρεις τομείς ατονήσει, ολόκληρη η κοινότητα υφίσταται το αποτέλεσμα.
Σήμερα, στη Σίφνο, η κατάσταση του τοπίου στο οποίο διαδραματίζεται η ζωή τους είναι οριακή, η βιωσιμότητά του εξαρτάται πλέον από ανεπιθύμητες εν εξελίξει αλλαγές. Το εκπεμπόμενο σήμα κινδύνου πρέπει να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει τους κατοίκους της για την υπεράσπιση του τοπίου πριν οι δρομολογημένες δράσεις οδηγήσουν σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή.
Member discussion